Περιεχόμενα
του Τεύχους 18

Ευτοπική Βιβλιοθήκη: για τη συνάντηση της FICEDL

Ευτοπική Βιβλιοθήκη: για τη συνάντηση της FICEDL
Κείμενο

Στις αρχές του περασμένου Σεπτεμβρίου, πραγματοποιήθηκε η προγραμματισμένη σε διετή βάση συνάντηση της Διεθνούς Ομοσπονδίας Ελευθεριακών Κέντρων Μελετών και Τεκμηρίωσης (FICEDL-Federation Internationale des Centres d’ Etudes et de Documentation Libertaires). Η FICEDL γεννήθηκε πριν από τριάντα χρόνια με την παρουσία δεκαπέντε μελών-κέντρων τεκμηρίωσης. Από τότε, η FICEDL διευρύνθηκε, όπως άλλωστε και κάθε δραστηριότητα σχετική με την ιστορία και τη μνήμη του αναρχικού κινήματος. Σήμερα, η FICEDL αποτελεί έναν τόπο προώθησης της ιστορικής διερεύνησης, της αρχειοθέτησης, της μνήμης και της κουλτούρας του αναρχικού κινήματος αλλά επίσης και ένα πεδίο συζήτησης σχετικά με το τί έχει αφήσει η ιστορική πορεία του αναρχικού κινήματος και τί τείνει να αλλάξει μέσα από την ανάδυση νέων αντιεξουσιαστικών ρευμάτων σε αυτά τα πρώτα χρόνια του εικοστού πρώτου αιώνα. Η συμμετοχή στην FICEDL δεκάδων τέτοιων ελευθεριακών κέντρων τεκμηρίωσης και βιβλιοθηκών από πολλές επικράτειες του κόσμου δίνει μία περαιτέρω διάσταση στη χρησιμότητα της ανταλλαγής εμπειριών και γνώσεων, όπως επίσης και βοήθεια διάφορα τεχνικής φύσης ζητήματα που έχουν να κάνουν με την τεκμηρίωση αρχείων και την ταξινόμηση βιβλίων, με στόχο τη δυνατότητα σύνδεσης και συνεργασίας μεταξύ επιμέρους μελών της.

Η συνάντηση αυτή πραγματοποιήθηκε στην Πίζα (Ιταλία), στο κτίριο όπου στεγάζεται η Biblioteca Franco Serantini, με την ευκαιρία του εορτασμού των τριάντα χρόνων της λειτουργίας της.

Στην αρχή της συνάντησης έγινε παρουσίαση των μελών που ήταν παρόντα, εστιάζοντας στη γενική περιγραφή της φύσης του εγχειρήματος που εκπροσωπούσαν, του περιεχομένου του αρχείου ή της βιβλιοθήκης τους, καθώς και των άμεσων ενδιαφερόντων τους. Στην πρώτη αυτή συζήτηση, δήλωσαν παρών 22 κέντρα τεκμηρίωσης και βιβλιοθήκες από διάφορες επικράτειες (Ιταλία, Ελβετία, Γερμανία, Γαλλία, Βραζιλία και Ελλάδα).

Η συνάντηση συνεχίστηκε με τη διερεύνηση ενός σύγχρονου θεωρητικού πολιτικού ζητήματος γύρω από τη σχέση των εννοιών του αναρχισμού, του μετα-αναρχισμού και των σύγχρονων αντιεξουσιαστικών κινημάτων, τόσο μεταξύ τους όσο και με τις ίδιες τις σύγχρονες κοινωνίες. Στη συζήτηση αυτή υπήρξαν μεταξύ άλλων ορισμένες πολύ ενδιαφέρουσες τοποθετήσεις, όπως αυτή του Τομάς Ιμπάνιεζ. Ο Ιμπάνιεζ, σε γενικές γραμμές, σημείωσε την προτίμησή του στον όρο «αναρχισμός» ή «σύγχρονος αναρχισμός» σε σχέση με τον όρο «μετααναρχισμός». Διέκρινε δύο περιόδους στον σύγχρονο αναρχισμό, εκ των οποίων η πρώτη έχει ως αφετηρία το ταραγμένο έτος 1968 και η δεύτερη εμφανίζεται μετά τη δεκαετία του ΄80. Στην αρχή, τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του σύγχρονου αυτού αναρχισμού συνιστούν κατά βάση ένα ρεύμα-κίνημα αντικουλτούρας και αμφισβήτησης. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, τα χαρακτηριστικά αυτά εμπλουτίζονται από το ενδιαφέρον που υπάρχει για το περιεχόμενο των μορφών δράσης, την κοινωνική τους απήχηση και την συμβολή τους στον αντισυστημικό αγώνα. Σε γενικές γραμμές, τα αντιεξουσιαστικά ρεύματα που εμφανίζονται μετά το ΄68 λαμβάνουν διάφορα στοιχεία από το ιστορικό αναρχικό κίνημα, αλλά εκείνο που κατά βάση κρατούν είναι η οριζόντια διάρθρωση οργάνωσης και δράσης. Ασφαλώς, αυτό που πρέπει να επισημανθεί είναι ότι σήμερα οι αναρχικοί δεν είναι το μόνο ανταγωνιστικό κίνημα και επίσης δεν είναι οι μόνοι που χρησιμοποιούν τις οριζόντιες πρακτικές, πρακτικές δηλαδή που παραπέμπουν ευθέως στην αυτοοργάνωση. Στον σύγχρονο αναρχισμό, τα δύο βασικά στοιχεία είναι, πρώτον, ότι αποτελεί κάτι πραγματικά νέο και, δεύτερον, ότι πολλοί νέοι σύντροφοι που τον συμμερίζονται δεν αισθάνονται καμία άμεση σχέση με το «παραδοσιακό» αναρχικό κίνημα. Επιπλέον, σήμερα οργανωνόμαστε και δρούμε από κοινού με πολλούς άλλους ανθρώπους για διάφορα ζητήματα συνδιαμορφώνοντας όσα λέμε ή κάνουμε. Θα ήταν τουλάχιστον αρτηριοσκληρωτικό ή στείρο να ακυρώνουμε πράγματα που συμβαίνουν γύρω μας (π.χ. ζαπατίστας), εμμένοντας σε μία αμόλυντη ιστορική-ιδεολογική καθαρότητα. Ο Ιμπάνιεζ τόνισε, στη συνέχεια, πως το ζητούμενο σήμερα είναι το περιεχόμενο των αγώνων που προχωράμε κυρίως επιτόπια και όχι τόσο παγκόσμια, σε μία βάση καθημερινή με σκοπό τη μεγαλύτερη δυνατή ριζοσπαστικοποίηση του σήμερα. Αυτό βέβαια δεν είναι ένα νέο στοιχείο, ωστόσο συμβαίνει πλέον με έναν καινούριο τρόπο. Αυτό που είναι πλέον κάτι νέο είναι πως σήμερα δεν έχουμε την ελπίδα πως θα αλλάξουμε τα πάντα άμεσα. Έτσι σήμερα τίθενται δύο ερωτήματα: το πρώτο έχει να κάνει με την ρευστότητα αυτών των κινημάτων και το δεύτερο με το αν πρέπει να υπάρχει και με ποιον τρόπο ηγεσία σε αυτά τα νέα κινήματα. Ο Ιμπάνιεζ ολοκλήρωσε την ενδιαφέρουσα τοποθέτησή του τονίζοντας ότι η κύρια προβληματική μας σήμερα πρέπει να επικεντρώνει στο κατά πόσο αυτά τα κινήματα μίας περιορισμένης ταυτότητας μπορούν να συνδυαστούν με μία ριζοσπαστική παγκόσμια θεώρηση (το σκεπτικό το Τ. Ιμπάνιεζ βρίσκεται σε ολοκληρωμένη μορφή στο κείμενό του που δημοσιεύεται στις σελίδες του τεύχους αυτού).

Μία άλλη πολύ ενδιαφέρουσα τοποθέτηση ήταν εκείνη του Andrea Papi. O Papi χαρακτήρισε την έννοια του μετα-αναρχισμού θεωρητικό κατασκεύασμα, δίχως όμως αυτό να σημαίνει πως δεν οφείλουμε σήμερα να διερευνήσουμε τις νέες επιρροές που δέχεται η αναρχική-ελευθεριακή σκέψη. Αν ο Μαρξ προέτρεψε να καταλάβουμε την εξουσία, ο Μπακούνιν προέκρινε την καταστροφή της. Ωστόσο, σήμερα, οφείλουμε να αναζητήσουμε μία νέα θεωρία για την εξουσία. Αν ο Μαρξ και ο Μπακούνιν βασίσανε τη θεωρία τους στο ζήτημα της παραγωγής, σήμερα μία νέα θεωρία δεν μπορεί παρά να έχει να κάνει με την οικονομία συνολικότερα, αφού πλέον οικονομία δε σημαίνει τίποτα άλλο από την παραγωγή. Σε επόμενη τοποθέτησή του, ο Papi επισήμανε ότι η σημερινή θεωρητική ανανέωση του αναρχισμού πρέπει να έχει τον χαρακτήρα σήματος συναγερμού. Επισήμανε πως το σύνθημα «χτυπάμε την εξουσία σήμερα» δεν έχει να δώσει πολλά και εκείνο που λείπει ιδιαίτερα είναι το κατά πόσο ενέργειες τέτοιας φύσης συνδέονται με τον συνολικό μετασχηματισμό της κοινωνίας.

Τα ζητήματα που τέθηκαν ήταν πάρα πολλά και η συζήτηση που ακολούθησε γύρω από αρκετά από αυτά ήταν ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα και είναι αλήθεια ότι δύσκολα ξέφευγε από έναν θεωρητικό προβληματισμό, ο οποίος όμως συνοδευόταν από τον κινηματικό προσανατολισμό. Για παράδειγμα, τέθηκε το ζήτημα της παγκοσμιοποίησης ως μίας διεργασίας όχι απλά οικονομικής αλλά ευρύτερα πολιτισμικής, τόσο μέσα από την πολιτική των κυβερνήσεων αλλά και μέσα από τους διάφορους διεθνείς οργανισμούς. Τέθηκε επίσης το ζήτημα μίας ευρύτερης τάσης εξατομίκευσης ή αλλιώς ατομικοποίησης της δράσης, κυρίως με ανθρώπους που ασχολούνται με ζητήματα διατροφής και οικολογίας, ενός φαινόμενου που πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψη. Ένα άλλο ζήτημα ήταν εκείνο της σχέσης του αναρχισμού με την τεχνολογία. Η ενδιαφέρουσα παρέμβαση πάλι ενός συντρόφου από την Γαλλία είχε να κάνει με το πόσο διάφορες εναλλακτικές καταστάσεις ή ελευθεριακές «μικρογραφίες» οδηγούν συνήθως σε ένα εναλλακτικό lifestyle που τελικά δεν έχουν τίποτα το θετικό να προσδώσουν στο ζητούμενο της κοινωνικής ανατροπής. Ολοκλήρωσε το σκεπτικό του λέγοντας ότι η αναρχία οφείλει να είναι μία ανοιχτή κοινωνική υπόθεση και όχι απλά ένα ζήτημα εγκατάστασης και επιβίωσης ορισμένων εναλλακτικών δομών. Είπε μάλιστα χαρακτηριστικά ότι οι αναρχικοί πολλές φορές νομίζουν πως η αναρχία υπάρχει για να νικήσει ή να κατακτήσει, όμως η αναρχία υπάρχει για να ζει.

Στη συζήτηση αυτή, συμμετείχαν και σύντροφοι από την Ευτοπική Βιβλιοθήκη, οι οποίοι έκαναν μεταξύ άλλων μία δική τους σύντομη περιγραφή της κατάστασης και του περιεχομένου της αναρχικής-αντιεξουσιαστικής δράσης στην ελληνική επικράτεια, αφού το ενδιαφέρον των συντρόφων από άλλες χώρες σχετικά με τα τεκταινόμενα στην Ελλάδα είναι μεγάλο, ιδιαίτερα μετά τα γεγονότα του περασμένου Δεκέμβρη.

Κατά τη διάρκεια της τριήμερης αυτής συνάντησης, έγινε και η συζήτηση μίας υποομάδας σχετικά με τεχνικά ζητήματα που αφορούν στην καλύτερη οργάνωση των βιβλιοθηκών και των αρχείων, προωθώντας έτσι κοινούς τρόπους ηλεκτρονικής καταλογογράφησης.

Η FICEDL, εκτός από μία πολύ σημαντική δικτύωση των ελευθεριακών κέντρων μελετών και τεκμηρίωσης, μία συνθήκη καθημερινής πολεμικής της μνήμης εναντίον της λήθης, δίνει την ευκαιρία για μία ζωντανή διερεύνηση της σύγχρονης αναρχικής-ελευθεριακής προβληματικής και της σχέσης που έχει αυτή με τις σύγχρονες κοινωνικές αντιστάσεις.