Περιεχόμενα
του Τεύχους 09

Αργεντινή: μεταξύ της φτώχειας και της αντίστασης

Αργεντινή: μεταξύ της φτώχειας και της αντίστασης
Κείμενο

Η «κρίση» στην Αργεντινή έχει προσελκύσει ευρεία διεθνή προσοχή και δεδομένης της πορείας των πραγμάτων, αυτή η διεθνής προσοχή θα εξακολουθήσει να υπάρχει. Αισθανόμαστε ωστόσο ότι, μολονότι δεν υπάρχει έλλειψη πληροφόρησης, είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς μεταξύ της αλήθειας και της διαστρέβλωσης, μεταξύ αξιόπιστων και ανυπόστατων πληροφοριών. Αυτό είναι δύσκολο τόσο για αυτούς που βρίσκονται εκτός Αργεντινής όσο, σε μεγάλο βαθμό, και για μας που βρισκόμαστε στη χώρα. Έτσι, δεν είναι πια εύκολο να κάνει κανείς μια ακριβή ανάλυση του αργεντίνικου φαινομένου. Τα γεγονότα έχουν επηρεαστεί από πολλούς ιστορικούς, κοινωνικούς, οικονομικούς, πολιτισμικούς και πολιτικούς παράγοντες. Καθίσταται λοιπόν αδύνατη η κατανόησή τους, εάν δεν τοποθετηθούν τα γεγονότα αυτά στο συνολικό τους πλαίσιο. Εφόσον όμως από κάπου πρέπει να ξεκινήσουμε, θεωρούμε ότι καλό είναι να ξεκινήσουμε με τα δικά μας πιστεύω (ή με τις «προκαταλήψεις» μας, εάν προτιμάτε).

Θα ήταν απλουστευτικό και εντελώς απρόσφορο να προσπαθήσει κανείς να εξηγήσει την έκρηξη που έγινε στις 18-20 Δεκεμβρίου 2001 ως μια αντίδραση στην κυβέρνηση la Rua-Cavallo , και των συνοδοιπόρων της στα ΜΜΕ, επειδή κατέστρεψαν τη ζωή του λαού τις προηγούμενες εβδομάδες και τους προηγούμενους μήνες. Η αντίδραση απέναντι σ' αυτές τις κακουχίες ξέσπασε όταν ο πρώην πρόεδρος De la Rua αποφάσισε να προστατεύσει την καπιταλιστική κοινωνία αρνούμενος στους απλούς ανθρώπους τη στοιχειώδη ελευθερία τους με την από μέρους του κήρυξη της χώρας σε κατάσταση πολιορκίας. Αυτό σήμαινε ότι ο λαός, πέρα από την πείνα και την απόγνωσή του, βρέθηκε αντιμέτωπος με την αφαίρεση κάθε στοιχείου της αξιοπρέπειάς του: της στοιχειώδους ελευθερίας του. Πριν ακόμα τελειώσει ο De la Rua το διάγγελμά του για την κατάσταση πολιορκίας, οι άνθρωποι στις γειτονιές (ολόκληρες οικογένειες με τα παιδιά τους, ηλικιωμένοι άνθρωποι και άνθρωποι με ειδικές ανάγκες) κάλυπταν την εξουσιαστική σιωπή με τον ήχο που έκαναν οι άδειες κατσαρόλες τους, όλοι με έναν σκοπό. Φώναζαν: «πρέπει να φύγουν όλοι, να μη μείνει κανείς!». «Τι μαλάκες, ας πάρουν την κατάσταση πολιορκίας και ας τη βάλουν εκεί που ξέρουν!».

Οι γείτονες βγήκαν στους δρόμους της πόλης και αμφισβήτησαν την εκτελεστική εξουσία στην πλατεία του Μάη και τη νομοθετική στην πλατεία του Κογκρέσου. Για να αντιμετωπίσουν την πολιτική-οικονομική εξουσία των τραπεζών και των επιχειρήσεων, κατέκλυσαν τα πεζοδρόμια της λεωφόρου του Μάη. Στην πραγματικότητα, η λαϊκή δυσαρέσκεια συσσωρευόταν αρκετό καιρό πριν. Ακόμα και η κυβέρνηση Μένεμ είχε θέσει σ' εφαρμογή ένα πρόγραμμα που ήταν το ακριβώς αντίθετο από αυτά που είχε υποσχεθεί. Αντί για αυξήσεις στους μισθούς, εισήγε μειώσεις, οι οποίες άρχισαν έναν κύκλο υποβάθμισης που επηρέασε όλους τους εργασιακούς τομείς. Αυτή η συμπεριφορά έδειχνε μια περιφρόνηση προς όλες τις ανθρώπινες αξίες. Σ' απάντηση, για πολλά χρόνια εκδηλώνονταν κοινωνικές διαμαρτυρίες σε πολλά μέρη της χώρας. Κάποιες υπήρξαν ειρηνικές, κάποιες βίαιες. Δεν μπορούμε να αναφερθούμε εδώ σε όλες, αλλά μπορούμε να πούμε ότι οι εκδηλώσεις διαμαρτυρίας κάλυπταν ολόκληρη τη χώρα, από το βορρά ως το νότο, από την La Quiaca ως την Tierra del Fuego , που απέχουν μεταξύ τους πάνω από 4,500 χιλιόμετρα. Οι διαδηλώσεις αυτές υπήρξαν μαζικές και σημαδεύτηκαν από τον αριθμό των νεκρών από την αστυνομική καταστολή, ιδιαίτερα στη Neuquin, στην Corrientes, στη Salta , στη Ushuaia και, πιο πρόσφατα, στην πρωτεύουσα και στις γύρω περιοχές. Εκεί η καταστολή κατέληξε σε τριάντα περίπου νεκρούς. Οι διαδηλώσεις προκλήθηκαν από την αδυναμία της κυβέρνησης να καταβάλει τους μισθούς των δημόσιων υπαλλήλων, από την επίμονα υψηλή ανεργία (που έφτανε στα επίπεδα του 25%, για να μην αναφέρουμε την υποαπασχόληση), από μια έλλειψη στα φάρμακα και στα αποθέματα των νοσοκομείων και τέλος από το κλείσιμο των σχολείων λόγω της απεργίας των εκπαιδευτικών, που έμεναν απλήρωτοι για μήνες. Όλα αυτά επιδεινώθηκαν από τη γενική μείωση των πραγματικών εισοδημάτων, η οποία δεν αναγνωρίστηκε ποτέ επίσημα.

Η μη καταβολή των μισθών και η απουσία δημόσιων παροχών είναι πολύ σοβαρά πράγματα από μόνα τους. Αλλά, επιπλέον, πολύ συχνά υπεξαιρέσεις αποθεμάτων από τον εθνικό και τους περιφερειακούς προϋπολογισμούς κατέληγαν στις τσέπες διεφθαρμένων δημόσιων λειτουργών και των «πελατών» τους. Οι άνθρωποι αυτοί όχι μόνο ενεργούσαν ως η «δύναμη κρούσης» των συγκεκριμένων δημόσιων λειτουργών, αλλά, σ' ορισμένες περιπτώσεις, έχουν καταστεί αρκετά κυρίαρχοι ώστε να ανατρέπουν εκλογικές αποφάσεις προς όφελός τους. Σε μια περίπτωση, ένας πολιτικός του οποίου το σπίτι είχε καεί κατά τη διάρκεια μιας λαϊκής εξέγερσης εκλέχθηκε σε σύντομο χρονικό διάστημα ως επαρχιακός κυβερνήτης με «δημοκρατικές» εκλογές. Ο φεουδαϊκός τρόπος με τον οποίο κυβερνώνται ολόκληρες επαρχίες στην Αργεντινή θα προκαλούσε τρομακτική εντύπωση σ' έναν ξένο παρατηρητή που είναι συνηθισμένος στις αρχές με τις οποίες κρίνονται οι αποκαλούμενες δημοκρατίες. Τα ίδια πράγματα που επέτρεψαν στους διακινητές ναρκωτικών να ενωθούν, κατέστησαν δυνατή την εμφάνιση της πολιτικής μαφίας, με τη φόρμουλα Menem-Duhalde , η οποία πήγε να πουλήσει τον εαυτό της ως μια αργεντίνικη εκδοχή και σύμμαχο της κυβέρνησης Κλίντον.

Χάρη στους φυσικούς της πόρους, στο μέγεθός της, στα τεράστια βοσκοτόπια της, στα δάση, στις ακτές της, η Αργεντινή θεωρείτο παραδοσιακά ως μια «εν δυνάμει» πλούσια χώρα. Η παρούσα κατάσταση δεν επιβεβαιώνει αυτήν την προσδοκία. Οι οικονομικές πολιτικές που εφαρμόστηκαν από διάφορες κυβερνήσεις ωφέλησαν επιχειρήσεις όπως η Federal , η Boston , η HSBC , η Santander, η Galicia μεταξύ άλλων. Ωφέλησαν επίσης ιδιωτικοποιημένες και πολυεθνικές επιχειρήσεις. Αυτές οι πολιτικές, οι οποίες επέβαλαν αποτελεσματικά την καταστροφή των εθνικοποιημένων επιχειρήσεων, δημόσιων και ιδιωτικών, υποστηρίχτηκαν με σθένος από τους εκλεγμένους αξιωματούχους όλων των πολιτικών κομμάτων. Η κατάσταση φαίνεται σήμερα ξεκάθαρα με την περίπτωση της Repsol-YPF . Το αργεντίνικο κράτος, με τους διεφθαρμένους λειτουργούς και νομοθέτες του, απαλλοτρίωσε τους υδάτινους πόρους προς όφελος της ισπανικής εταιρίας, παρέχοντάς της, μεταξύ άλλων προνομίων, απίστευτες φοροαπαλλαγές.

Από την αρχή, μόνο οι τοπικές κοινότητες στις οποίες βρίσκονται οι υδάτινοι πόροι υπερασπίστηκαν το οικοσύστημα, υιοθετώντας την τακτική του δεσίματος στα δέντρα για να εμποδίσουν τα συνεργεία που προετοίμαζαν την εγκατάσταση αγωγών.

Ευτυχώς, ο αργεντίνικος λαός φαίνεται να έχει αποβάλει την ψευδαίσθηση της αξίας των μεγάλων ηγετών, η οποία επαναλαμβάνεται διαρκώς στα σχολικά εγχειρίδια. Εδώ και πολύ καιρό, δεν δείχνει καμιά εμπιστοσύνη στις προεκλογικές υποσχέσεις και σ' αυτούς που τις κάνουν. Αλλά μέχρι τώρα, ο λαός είχε υιοθετήσει μια νοοτροπία εγωκεντρικής αδιαφορίας, απολαμβάνοντας τα ψίχουλα που οι ισχυροί της πολιτικής καταδέχονταν να του δώσουν. Η ιδέα του ο καθένας για τον εαυτό του, ο καταναλωτισμός, η φιλοδοξία να γίνει κανείς πλούσιος αστός ή η πιθανότητα της «επιβίωσης μέσα από τα πράγματα» φαίνονταν να εξαφανίζονται, παρά τις πενιχρές ευκαιρίες που είχε κανείς να συμμετέχει στο θέαμα μαζί με τους πολιτικούς και τους δημόσιους λειτουργούς όλων των αποχρώσεων που παρήλαυναν καθημερινά στις οθόνες των τηλεοράσεών μας. Οι δημοσιογράφοι μας, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, δεν κάνουν ανεξάρτητες έρευνες, αλλά ακολουθούν απλώς τις εντολές των διευθυντών των επιχειρήσεων των ΜΜΕ, που βρίσκονται σε συμφωνία με τα συμφέροντα της πολιτικοοικονομικής εξουσίας.

Είπαμε ότι ο λαός «φαίνεται να ξυπνάει», αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να χαλαρώσουμε την επαγρύπνησή μας. Υπάρχει ακόμα ένα ισχυρό φασιστικό και δεξιό στοιχείο στην αργεντίνικη κοινωνία, του οποίου η κυβέρνηση αποτελεί πιστό εκφραστή. Σε μικρότερο βαθμό, αποτελεί επίσης εκφραστή της εξουσιαστικής και ιεραρχικής αριστεράς. Δεν πιστεύουμε ότι υπάρχει χώρος για την επικράτηση παλαιών τάσεων, αλλά ο Στρατηγός Seineldin προσπαθεί να εμφανιστεί ως μια επιλογή για τους δεξιούς εθνικιστές. Η αριστερά είναι κατακερματισμένη και εξασθενημένη από ατελείωτες διαμάχες, έτσι δεν υπάρχει λόγος να περιμένουμε μεγάλη συμβολή από αυτήν. Μια νέα εξέλιξη είναι η είσοδος στην πολιτική σκηνή του Partido Autonomva y Libertad (Κόμμα της Αυτονομίας και της Ελευθερίας), με επικεφαλής αυτή τη στιγμή τον Luis Zamora , ο οποίος υπήρξε ηγέτης μιας ισχυρής τροτσκιστικής ομάδας, του MAS , Monimiento al Socialismo (Κίνημα για το Σοσιαλισμό). Η ρητορική του κόμματος εμφανίζεται να ασκεί δριμεία κριτική στο σύστημα.

Η απώλεια των αποταμιεύσεων λόγω της υποτίμησης του νομίσματος και η αύξηση της ανεργίας, της πείνας και της κρατικής αδιαφορίας οδήγησαν στην ανάδυση μιας μορφής αγώνα στη χώρα μας πέρα από τη σφαίρα της καθιερωμένης πολιτικής και δημόσιας ζωής: των cacerolazos (αυθόρμητες λαϊκές πορείες, όπου οι συμμετέχοντες κάνουν θόρυβο χτυπώντας άδεια κατσαρολικά -στμ) και των συνελεύσεων γειτονιάς. Αυτές οι συνελεύσεις γειτονιάς έχουν σχηματιστεί από τους άνεργους, τους υποαπασχολούμενους και από ανθρώπους περιθωριοποιημένους και αποκλεισμένους από την καπιταλιστική κοινωνία: περιλαμβανομένων επαγγελματιών, εργατών, μικροεμπόρων, καλλιτεχνών, τεχνιτών, που τυχαίνει να είναι και γείτονες. Κάθε συνέλευση έχει τα δικά της χαρακτηριστικά, αλλά η μη-μεταβίβαση της εξουσίας, η αυτοδιεύθυνση, η οριζόντια διάρθρωση και η απόρριψη της ψήφου είναι συνθήματα του ελευθεριακού σοσιαλισμού που ακούγονται συχνά. Θα πρέπει να επισημάνουμε επίσης ότι αυτές οι συνελεύσεις γειτονιάς, που συγκαλούνται σε γωνιές διάφορων διαμερισμάτων του Μπουένος 'Aιρες (περιλαμβανομένων μεταξύ άλλων του Belgrano, του San Telmo, του Almagro , του Caballito), πραγματοποιούν επίσης εβδομαδιαίες γενικές συντονιστικές συναντήσεις στο Parque Centenario . Οι συνελεύσεις αυτές έχουν καταστεί ανεκτίμητοι χώροι συζήτησης και σκέψης, όχι μόνο λόγω του μεγάλου αριθμού των συμμετεχόντων, αλλά και λόγω των θεμάτων που τίθενται και εξετάζονται. Οι συνελεύσεις είναι ανοιχτές και μπορεί να συμμετάσχει όποιος το επιθυμεί, έτσι συχνά ακούει κανείς λόγους προς ίδιον όφελος από πολιτικούς ή συνδικαλιστικούς ηγέτες. Οι συμμετέχοντες όμως έχουν μάθει να διακρίνουν τέτοιες «μαγειρεμένες» ρητορείες.

Ως αναρχικοί, γνωρίζουμε ότι οι λύσεις δεν βρίσκονται «εντός» του συστήματος, μολονότι δεν θα πρέπει να παραβλέπουμε το γεγονός ότι με ορισμένες αλλαγές σ' όλα τα επίπεδα της ηγεσίας, η κατάσταση μπορεί να επαναπροσανατολιστεί προς τη βελτίωση των σημερινών συνθηκών και μακριά από τη ριζική αλλαγή.

Πολλοί απαιτούν επίσης την απομάκρυνση του Ανώτατου Δικαστηρίου. Αυτό οφείλεται στα έργα του δικαστηρίου: απόρριψη προσφυγών κατά τις διεφθαρμένες ιδιωτικοποιήσεις του Μένεμ και κατά των δωροδοκιών που τις διευκόλυναν? ελαστικοποίηση των εργασιακών νόμων? πάγωμα των αγωγών κατά διεφθαρμένων δημόσιων υπαλλήλων και, ως τελευταία πινελιά, απαλλαγή του Μένεμ για την αποφασιστική συμμετοχή του σε λαθρεμπόριο όπλων, που σχετίζεται με την έκρηξη στην αποθήκη της Ruo Terceto . Ακόμα χειρότερα, τα μέλη του δικαστηρίου παίρνουν εκπληκτικά μεγάλους μισθούς που σύμφωνα με το Σύνταγμα δεν μπορούν να μειωθούν και απαλλάσσονται από τη φορολογία χάρη σ' ένα νόμο που ψήφισαν τα ίδια.

Κάθε έκφραση του γείτονά μας γίνεται συλλογική σκέψη, υποβάλλεται σ' ερωτήσεις, στις οποίες η θέση των ερωτήσεων αξίζει περισσότερο από τις υποτιθέμενες απαντήσεις. Σήμερα μπορούμε με ικανοποίηση να πούμε ότι οι λέξεις και η άμεση δράση έχουν αρχίσει να συμπίπτουν. Υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι όλοι οι αργεντίνοι γνωρίζουν σήμερα με βεβαιότητα ποιοι περιόριζαν τις ελευθερίες μας, που απέκλειαν το λαό, ποιοι υποχρέωναν τους συγγενείς και τους φίλους μας σε εξορία και ποιοι υποθήκευαν το μέλλον των παιδιών και των εγγονιών μας.

Τώρα, στην κοινωνία μας ο φόβος έχει μετατραπεί σε θάρρος.